Έτσι βλέπω εγώ την εξέλιξη του χωριού μου
Ως γνωστό τα μέρη μας έχουν ακολουθήσει μια διαφορετική γραμμή εξέλιξης, γνώρισαν μια ταχύτατη υποβάθμιση τόσο στο ανθρώπινο δυναμικό αλλά και οικονομικά.
Οι νέες πολιτείες απορρόφησαν τους κατοίκους της Φουρνά αλλά και των γύρων χωριών με αποτέλεσμα την ανύπαρκτη εξέλιξη τους σε όλους τους τομείς, οικονομικά, αλλά και κοινωνικά, με ταχύτατο ρυθμό τις τελευταίες δεκαετίες, αποτέλεσμα που δεν καταγράφηκε ποτέ άλλοτε ιστορικά.
Οι εξελίξεις των Χωριών στην πραγματικότητα είναι συχνά πιο αργές από τις πόλεις. Οι πόλεις, για παράδειγμα, είχαν φως από τις αρχές του αιώνα. Τα περισσότερα χωριά όμως ηλεκτροφωτίσθηκαν μετά το 1950. Το πετρογκάζ ήταν πηγή ενέργειας για το μαγείρεμα στις πόλεις επίσης από τις αρχές του αιώνα. Στα χωριά εκτόπισε τα καυσόξυλα μόλις τη δεκαετία του 60, για να δώσει γρήγορα τη θέση του στις ηλεκτρικές κουζίνες.
Όσο για τους μεγαλύτερους που έχουν απομείνει οι ανάγκες τους δεν είναι μεγάλες, καθώς η ηλικία τους αποτελεί παράγοντα αντίστασης στην επιθυμία των καταναλωτικών αγαθών, η φτώχεια απ' τη μια μεριά και το υψηλό κόστος των καταναλωτικών προϊόντων απ' την άλλη, δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια επιλογής. Και ενώ η φτώχεια και η ακρίβεια καθορίζουν το επίπεδο ενός νοικοκυριού, αλλά και σε ολόκληρο το χωριό υπάρχει και ένας άλλος παράγοντας, η ελλιπής συγκοινωνία.
Όπως τα σουπερμάρκετ εκτόπισαν τα μπακάλικα της γειτονιάς στις πόλεις, έτσι και τα καταστήματα του χωριού άρχισαν να κλείνουν το ένα μετά το άλλο, καθώς οι κάτοικοι του χωριού εύρισκαν την αγορά της πόλης πιο πλούσια και πιο φτηνή. Οι καταστηματάρχες, όσοι δεν ήτανε κοντά στα όρια συνταξιοδότησης, μετέφεραν τα μαγαζιά τους σε κάποια πόλη.
Στο χωριό μου έκλεισαν τα κρεοπωλεία που υπήρχαν όταν ήμουν μικρός, καθώς αρκετά μπακάλικα και καφενεία ενώ ο ΟΤΕ και το ΙΚΑ πήρανε τα υποκαταστήματά τους. Ανάλογες εξελίξεις φαντάζομαι θα υπάρχουν και στα υπόλοιπα χωριά, η ανάπτυξη της συγκοινωνίας δεν είχε επίπτωση μόνο στην οικονομική, αλλά και στην κοινωνική ζωή των χωριών.
Κέντρα διασκέδασης δεν υπήρχαν ποτέ στα χωριά. Όμως, παρόλα αυτά, στις γιορτές στήνονταν γλέντια στα καφενεία όπου διασκέδαζαν οι χωριανοί, και πανηγύρια που σφράγισαν την ταυτότητα των χωρίων.
Σήμερα, στην εποχή που ο καθένας επιζητεί την ευχαρίστηση εδώ και τώρα, ο κάτοικος της πόλης θα καταφύγει στα κέντρα διασκέδασης ενώ ο κάτοικος του χωριού υπομένει και λαχταρά το πανηγύρι της Σωτήρας, του Άι Λιά, τα Αι Γιαννιού κ.λ.π. καθώς ο μειωμένος και γερασμένος πληθυσμός των χωριών δεν είναι και ο πιο κατάλληλος για τα στηρίξει. Το καλοκαίρι όμως που καταφτάνουν οι παραθεριστές από την Αθήνα θα διοργανώσουν ένα δυο "χοροεσπερίδες", επ' ευκαιρία κάποιας γιορτής, και θα αγκαλιάσουν οι γέροντες τα παιδιά και τα εγγόνια, τους αυριαν! ούς συνεχιστές.
Η εξέλιξη αυτή φαίνεται πιο χαρακτηριστικά στη διασκέδαση της νεολαίας. Στην εποχή των γονιών και των παππούδων μας δεν περίμεναν οι νέοι τα επίσημα γλέντια του χωριού για να διασκεδάσουν, αλλά έστηναν τα δικά τους γλέντια όχι μόνο στα καφενεία, αλλά, κυρίως στα σπίτια. Τα γλέντια αυτά στα σπίτια σήμερα έχουν εκλείψει.
Παλιά, οι χωριανοί παντρεύονταν συνήθως μέσα από το χωριό. Οι περιορισμένες συγκοινωνίες περιόριζαν και τις επικοινωνίες με τα έξω χωριά, και τη διεύρυνση των γνωριμιών. Σήμερα, αυτή η "ενδογαμία" έχει εγκαταλειφθεί. Οι νέοι, με τα αυτοκίνητα ή τα μηχανάκια τους, ζητάνε συνεχώς να ξεφύγουν από τα άγρυπνα μάτια των χωριανών που ζητούν ευκαιρία να τους κουτσομπολέψουν.
Η γνωριμία με ένα νέο ή νέα από άλλο χωριό, μέσα στη σχετική ανωνυμία της πόλης, θεωρείται προτιμότερη. Στα χωριά οι "δανεικοί" ήταν μια συνηθισμένη πρακτική στην παραγωγή, σήμερα μαζί στο χωράφι σου, αύριο μαζί στο δικό μου. Οι γυναίκες ζύμωναν και έψηνα ψωμί στο φούρνο, και μετά φίλευαν όλη τη γειτονιά. Και συνεχώς αντάλλαζαν μεταξύ τους αυγά, λαχανικά, φρούτα κλπ. Ότι περίσσευε στη μια το έδινε στην άλλη σε μια διαδικασία δωρισμού.
Σήμερα όλα αυτά έχουν εκλείψει. Κάθε νοικοκυρά θα στηθεί μονάχη της μπροστά στην τηλεόραση να δει μια από τις αγαπημένες της σαπουνόπερες. Κάποια στιγμή θα πεταχτεί στα γρήγορα να ανακατέψει το φαγητό να μην κολλήσει, και θα γυρίσει να παρακολουθήσει τη συνέχεια. Μόνο οι άντρες επιμένουν στην κοινωνικότητα του καφενείου, μια κοινωνικότητα όμως λειψή, από την έλλειψη των παλιών εκείνων γλεντιών.
Η φιλία που δημιουργούσε και δημιουργείτε από τους δανεικούς, έχει υποχωρήσει μπροστά στην εισβολή του μεροκάματου. Καθώς η βοήθεια αγοράζεται, η φιλία καταντάει περιττή. Παρά το ότι όμως η κοινωνικότητα της αγροτικής κοινότητας έχει τόσο υποχωρήσει, συντηρείται ακόμη σε ένα ικανοποιητικό βαθμό ώστε να αποτελεί πόλο έλξης για όλους τους χωριανούς της διασποράς. Συνήθως λέμε ότι πάμε στο χωριό τις καλοκαιρινές διακοπές για να ξεφύγουμε από το νέφος της Αθήνας, να αναπνεύσουμε καθαρό αέρα, να ξεκουραστούμε. Αυτοί είναι όντως ουσιαστικÎ! �ί λόγοι, όμως υπάρχει και ένας άλλος, ουσιαστικότερος, που δεν τον λέμε ανοικτά.
Στα χωριά μας αναζητούμε τη χαμένη κοινωνικότητά μας. Δυο τρεις στενούς φίλους που έχουμε στην Αθήνα, είναι ζήτημα αν τους βλέπουμε μια φορά το μήνα, καθώς είμαστε όλοι σκορπισμένοι στις τέσσερις άκρες της. Πέρα από τα τείχη του σπιτιού μας νοιώθουμε βουλιαγμένοι μέσα στην ανωνυμία. Γι αυτό λαχταρούμε όλοι αυτή την αίσθηση της κοινωνικότητας που μας προσφέρει η κάθοδος στο χωριό, και που δεν χρειάζεται παραπάνω από μια καλημέρα στο δρόμο για να επιβεβαιωθεί.
http://fourniotis.blogspot.com/2011/01/blog-post_31.html
Οι νέες πολιτείες απορρόφησαν τους κατοίκους της Φουρνά αλλά και των γύρων χωριών με αποτέλεσμα την ανύπαρκτη εξέλιξη τους σε όλους τους τομείς, οικονομικά, αλλά και κοινωνικά, με ταχύτατο ρυθμό τις τελευταίες δεκαετίες, αποτέλεσμα που δεν καταγράφηκε ποτέ άλλοτε ιστορικά.
Οι εξελίξεις των Χωριών στην πραγματικότητα είναι συχνά πιο αργές από τις πόλεις. Οι πόλεις, για παράδειγμα, είχαν φως από τις αρχές του αιώνα. Τα περισσότερα χωριά όμως ηλεκτροφωτίσθηκαν μετά το 1950. Το πετρογκάζ ήταν πηγή ενέργειας για το μαγείρεμα στις πόλεις επίσης από τις αρχές του αιώνα. Στα χωριά εκτόπισε τα καυσόξυλα μόλις τη δεκαετία του 60, για να δώσει γρήγορα τη θέση του στις ηλεκτρικές κουζίνες.
Όσο για τους μεγαλύτερους που έχουν απομείνει οι ανάγκες τους δεν είναι μεγάλες, καθώς η ηλικία τους αποτελεί παράγοντα αντίστασης στην επιθυμία των καταναλωτικών αγαθών, η φτώχεια απ' τη μια μεριά και το υψηλό κόστος των καταναλωτικών προϊόντων απ' την άλλη, δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια επιλογής. Και ενώ η φτώχεια και η ακρίβεια καθορίζουν το επίπεδο ενός νοικοκυριού, αλλά και σε ολόκληρο το χωριό υπάρχει και ένας άλλος παράγοντας, η ελλιπής συγκοινωνία.
Όπως τα σουπερμάρκετ εκτόπισαν τα μπακάλικα της γειτονιάς στις πόλεις, έτσι και τα καταστήματα του χωριού άρχισαν να κλείνουν το ένα μετά το άλλο, καθώς οι κάτοικοι του χωριού εύρισκαν την αγορά της πόλης πιο πλούσια και πιο φτηνή. Οι καταστηματάρχες, όσοι δεν ήτανε κοντά στα όρια συνταξιοδότησης, μετέφεραν τα μαγαζιά τους σε κάποια πόλη.
Στο χωριό μου έκλεισαν τα κρεοπωλεία που υπήρχαν όταν ήμουν μικρός, καθώς αρκετά μπακάλικα και καφενεία ενώ ο ΟΤΕ και το ΙΚΑ πήρανε τα υποκαταστήματά τους. Ανάλογες εξελίξεις φαντάζομαι θα υπάρχουν και στα υπόλοιπα χωριά, η ανάπτυξη της συγκοινωνίας δεν είχε επίπτωση μόνο στην οικονομική, αλλά και στην κοινωνική ζωή των χωριών.
Κέντρα διασκέδασης δεν υπήρχαν ποτέ στα χωριά. Όμως, παρόλα αυτά, στις γιορτές στήνονταν γλέντια στα καφενεία όπου διασκέδαζαν οι χωριανοί, και πανηγύρια που σφράγισαν την ταυτότητα των χωρίων.
Σήμερα, στην εποχή που ο καθένας επιζητεί την ευχαρίστηση εδώ και τώρα, ο κάτοικος της πόλης θα καταφύγει στα κέντρα διασκέδασης ενώ ο κάτοικος του χωριού υπομένει και λαχταρά το πανηγύρι της Σωτήρας, του Άι Λιά, τα Αι Γιαννιού κ.λ.π. καθώς ο μειωμένος και γερασμένος πληθυσμός των χωριών δεν είναι και ο πιο κατάλληλος για τα στηρίξει. Το καλοκαίρι όμως που καταφτάνουν οι παραθεριστές από την Αθήνα θα διοργανώσουν ένα δυο "χοροεσπερίδες", επ' ευκαιρία κάποιας γιορτής, και θα αγκαλιάσουν οι γέροντες τα παιδιά και τα εγγόνια, τους αυριαν! ούς συνεχιστές.
Η εξέλιξη αυτή φαίνεται πιο χαρακτηριστικά στη διασκέδαση της νεολαίας. Στην εποχή των γονιών και των παππούδων μας δεν περίμεναν οι νέοι τα επίσημα γλέντια του χωριού για να διασκεδάσουν, αλλά έστηναν τα δικά τους γλέντια όχι μόνο στα καφενεία, αλλά, κυρίως στα σπίτια. Τα γλέντια αυτά στα σπίτια σήμερα έχουν εκλείψει.
Παλιά, οι χωριανοί παντρεύονταν συνήθως μέσα από το χωριό. Οι περιορισμένες συγκοινωνίες περιόριζαν και τις επικοινωνίες με τα έξω χωριά, και τη διεύρυνση των γνωριμιών. Σήμερα, αυτή η "ενδογαμία" έχει εγκαταλειφθεί. Οι νέοι, με τα αυτοκίνητα ή τα μηχανάκια τους, ζητάνε συνεχώς να ξεφύγουν από τα άγρυπνα μάτια των χωριανών που ζητούν ευκαιρία να τους κουτσομπολέψουν.
Η γνωριμία με ένα νέο ή νέα από άλλο χωριό, μέσα στη σχετική ανωνυμία της πόλης, θεωρείται προτιμότερη. Στα χωριά οι "δανεικοί" ήταν μια συνηθισμένη πρακτική στην παραγωγή, σήμερα μαζί στο χωράφι σου, αύριο μαζί στο δικό μου. Οι γυναίκες ζύμωναν και έψηνα ψωμί στο φούρνο, και μετά φίλευαν όλη τη γειτονιά. Και συνεχώς αντάλλαζαν μεταξύ τους αυγά, λαχανικά, φρούτα κλπ. Ότι περίσσευε στη μια το έδινε στην άλλη σε μια διαδικασία δωρισμού.
Σήμερα όλα αυτά έχουν εκλείψει. Κάθε νοικοκυρά θα στηθεί μονάχη της μπροστά στην τηλεόραση να δει μια από τις αγαπημένες της σαπουνόπερες. Κάποια στιγμή θα πεταχτεί στα γρήγορα να ανακατέψει το φαγητό να μην κολλήσει, και θα γυρίσει να παρακολουθήσει τη συνέχεια. Μόνο οι άντρες επιμένουν στην κοινωνικότητα του καφενείου, μια κοινωνικότητα όμως λειψή, από την έλλειψη των παλιών εκείνων γλεντιών.
Η φιλία που δημιουργούσε και δημιουργείτε από τους δανεικούς, έχει υποχωρήσει μπροστά στην εισβολή του μεροκάματου. Καθώς η βοήθεια αγοράζεται, η φιλία καταντάει περιττή. Παρά το ότι όμως η κοινωνικότητα της αγροτικής κοινότητας έχει τόσο υποχωρήσει, συντηρείται ακόμη σε ένα ικανοποιητικό βαθμό ώστε να αποτελεί πόλο έλξης για όλους τους χωριανούς της διασποράς. Συνήθως λέμε ότι πάμε στο χωριό τις καλοκαιρινές διακοπές για να ξεφύγουμε από το νέφος της Αθήνας, να αναπνεύσουμε καθαρό αέρα, να ξεκουραστούμε. Αυτοί είναι όντως ουσιαστικÎ! �ί λόγοι, όμως υπάρχει και ένας άλλος, ουσιαστικότερος, που δεν τον λέμε ανοικτά.
Στα χωριά μας αναζητούμε τη χαμένη κοινωνικότητά μας. Δυο τρεις στενούς φίλους που έχουμε στην Αθήνα, είναι ζήτημα αν τους βλέπουμε μια φορά το μήνα, καθώς είμαστε όλοι σκορπισμένοι στις τέσσερις άκρες της. Πέρα από τα τείχη του σπιτιού μας νοιώθουμε βουλιαγμένοι μέσα στην ανωνυμία. Γι αυτό λαχταρούμε όλοι αυτή την αίσθηση της κοινωνικότητας που μας προσφέρει η κάθοδος στο χωριό, και που δεν χρειάζεται παραπάνω από μια καλημέρα στο δρόμο για να επιβεβαιωθεί.
http://fourniotis.blogspot.com/2011/01/blog-post_31.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου